Τι σημαίνει Μέσα Μαζικής Μεταφοράς: Ως Μέσα Μαζικής Μεταφοράς (ΜΜΜ) (ή εναλλακτικά ως δημόσιες συγκοινωνίες) ορίζονται συνήθως οι υπηρεσίες και τα συστήματα μεταφοράς επιβατών, που βρίσκονται υπό τον έλεγχο δημόσιων ή ιδιωτικών παρόχων, και τα οποία λειτουργούν με οχήματα – μεγάλου κατά κανόνα αριθμού θέσεων – που μοιράζονται οι επιβάτες. Τα ΜΜΜ μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το ευρύ κοινό με ισότιμους όρους πρόσβασης, σε τακτική και συνεχιζόμενη βάση, επί προκαθορισμένων συνήθως διαδρομών και δρομολογίων, χωρίς τη δυνατότητα (προ) κράτησης θέσης.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα: Ανάμεσα στα συνήθη ΜΜΜ που λειτουργούν σε αστικό περιβάλλον περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το αστικό λεωφορείο (με κινητήρα καύσης ή τρόλεϊ), το τραμ, το μετρό, ο ηλεκτρικός αστικός σιδηρόδρομος, η θαλάσσια αστική συγκοινωνία, τα ταχέα λεωφορεία υψηλής αποδοτικότητας σε ειδικές λωρίδες (Bus Rapid Transit). Επιπλέον, υπάρχουν άλλα μέσα μεταφοράς που εμπίπτουν εν μέρει στην κατηγορία των ΜΜΜ ή μπορούν να θεωρηθούν υπό προϋποθέσεις στο πλαίσιο αυτής, όπως π.χ. οι μεταφορικές υπηρεσίες με ανταπόκριση στη ζήτηση, τα τελεφερίκ, βανάκια ή αυτοκίνητα που χρησιμοποιούνται για από κοινού μετακινήσεις (collective transport), το αυτομάτως καθοδηγούμενο σύστημα οχημάτων, σε οδό ή σε σταθερή τροχιά (Personalised Rapid Transit), κ.ά.
Πως συνεργάζονται με άλλους τρόπους μετακίνησης: Κάποια ή όλα από τα ΜΜΜ εφαρμόζονται ανάλογα με τις ανάγκες και το σχεδιασμό της κάθε πόλης και λειτουργούν (ή χρειάζεται να λειτουργούν) αρμονικά και συνεργατικά με άλλους τρόπους μετακίνησης, όπως η πεζή μετακίνηση (περπάτημα), το ποδήλατο κ.ά.